12/10/07

"Χωρίς ταυτότητα"...

Jerome Delafosse, Ο κύκλος του αίματος (Λιβάνης, 2006)

Μια περιπέτεια δράσης πασπαλισμένη με λίγο από New Age.

Μυστήριο, δράση, αίμα, ίντριγκες και ερωτική ιστορία περιέχονται μέσα σ' αυτό το βιβλίο, που κάλλιστα θα μπορούσε να μεταφερθεί στον κινηματογράφο, καθώς είναι γεμάτο από παραστατικότατες εικόνες. Ακόμα η δράση είναι αμείωτη. Ο ήρωάς μας, ο οποίος έχει πάθει αμνησία, ξυπνά από ένα πολύμηνο κώμα και ταξιδεύει σε διάφορες χώρες προκειμένου να ανακαλύψει την ταυτότητα του.
Ο συγγραφέας εμπλέκει την πολιτική με το μυστήριο και την Εκκλησία (ή μάλλον κάποια "αιρετικά" παρακλάδια της) με θεωρίες συνωμοσίας
Ένα αρκετά ενδιαφέρον βιβλίο, αλλά γραμμένο με τη γνωστή συνταγή της πνευματικότητας της νέας εποχής(new age spirituality), την οποία χρησιμοποιούν οι περισσότεροι συγγραφείς στις μέρες μας, οι οποίοι και διατείνονται ότι διακρίνει την εποχή μας.

23/8/07

Καλοκαιρινές αναγνώσεις 7: Ο φυλακισμένος - ντετέκτιβ

Πέτρος Μαρτινίδης, Παιχνίδια μνήμης (Νεφέλη, 2001)

Ο Δημήτρης Σκούρος, ο ήρωάς μας, έγκλειστος στη φυλακή για σφετερισμό θέσης πανεπιστημιακού, προσπαθεί να λύσει το μυστήριο που περιβάλλει ένα θάνατο. Μέσα από τέσσερις αφηγήσεις προσπαθεί να μαντέψει το δολοφόνο, κάτι που γίνεται ανεπιτυχώς, αφού στο τέλος ο συγγραφέας μάς ανατρέπει όλες ή σχεδόν όλες τις υποθέσεις του πρωταγωνιστή και δίνει τη σκυτάλη σε άλλο πρόσωπο για να μας αφηγηθεί τι πραγματικά συνέβη. Όμως ο Σκούρος έχει τον τελευταίο λόγο, αφού δείχνει να υποθέτει -επιτυχώς αυτή τη φορά- τον υπαίτιο για το νεκρό σώμα του φίλου και πρόσφατα συγκρατουμένου του, Φιλίππου, ενός πραγματικού καθηγητή αυτή τη φορά.
Το αστυνομικό αυτό μυθιστόρημα ακολουθεί τη φιλοσοφία whodoneit με την παράθεση τεσσάρων αφηγήσεων και την προοπτική μιας λύσης και από τον αναγνώστη. Εντούτοις, λόγω της μη δυνατότητας του πρωταγωνιστή για δράση, υπάρχει η παντελής έλλειψή της. Αυτό βέβαια καθόλου αρνητικά δε λειτουργεί στην ιστορία, αφού είναι αρμονικά δεμένη σε ένα ενιαίο σύνολο.
Καλή ανάγνωση!

17/8/07

Καλοκαιρινές αναγνώσεις 6: λίγο από μαθηματικά

Αργύρης Παυλιώτης, Το επικηρυγμένο πρόβλημα (Πατάκης, 2006)

Πρόκειται για ένα ευκολοδιάβαστο βιβλίο για το καλοκαίρι με λίγο από μυστήριο, λίγο από τρομοκρατία και λίγο από μαθηματικά. Ήρωάς μας, ο Ανδρέας Αναγνώστου, ποινικολόγος, ο οποίος αναλαμβάνει να εξιχνιάσει την υπόθεση του εξαφανισμένου φοιτητή του Α.Π.Θ. Λουκά Αθανασίου. Στην πορεία της εξιχνίασης της υπόθεσης συναντάμε αφελείς αστυνομικούς, αξιοπρεπείς τρομοκράτες, αλλά και τους συνήθεις κύκλους συμφερόντων που βρίσκονται κατά βάση εντός του Αριστότελειου Πανεπιστημίου. Ο πρωταγωνιστής μας όμως, χάρη στην ευστροφία του καταφέρνει να λύσει την υπόθεση και να ξεπεράσει όλους τους σκοπέλους που παρουσιάζονται στο δρόμο του.

16/8/07

Καλοκαιρινές αναγνώσεις 5: Η μις Μάρπλ ξαναχτυπά

Αγκάθα Κρίστι, Νέμεσις (Λυχνάρι, 2007)

Κατά τη γνώμη μου, ένα από τα καλύτερα έργα της Αγκάθα Κρίστι με ήρωα τη γεροντοκόρη μις Μάρπλ. Πολύ καλή πλοκή, αρκετά μετριασμένες οι φλυαρίες της Αγκάθα Κρίστι σε σχέση με άλλα έργα (κάτι που θεωρώ ότι είναι το μόνο ίσως ελάττωμα της Christie). Πρόκειται για τη γνωστή στους αναγνώστες ή τους θεατές των έργων της Κρίστι που έχουν γυριστεί στη μικρή ή την μεγάλη οθόνη, Μις Μάρπλ, η οποία λαμβάνει ένα γράμμα που προέρχεται από ένα νεκρό, που την καλεί να λύσει κάποιο έγκλημα χώρις να της δίνει οποιαδήποτε άλλη πληροφορία. Ενδιαφέρουσα υπόθεση, καλοδουλεμένοι χαρακτήρες και μια απολαυστική miss Marple που φλυαρώντας μαθαίνει τα κουτσομπολιά του χωριού, βοηθώντας την στο να βρει την λύση της υπόθεσης.

Καλοκαιρινές αναγνώσεις 4: Ο Μονταλμπάνο αναλαμβάνει δράση

Αντρέα Καμιλλέρι, Ήλιος του Αυγούστου (Πατάκης, 2007)

Ο αστυνόμος Μονταλμπάνο, γνωστός για το πείσμα του, αναλαμβάνει κι αυτή την υπόθεση και τη φέρνει επιτυχώς εις πέρας. Πρόκειται για την ανακάλυψη ενός πτώματος σε ένα θαμμένο υπόγειο ενός εξοχικού. Μέσα στον Αύγουστο με την αφόρητη ζέστη στη φανταστική πόλη Βιγκάτα, ο επιθεωρητής Μονταλπάνο και με τη βοήθεια πολλών θαλάσσιων μπάνιων, θα καταφέρει να λύσει την υπόθεση. Διαβάζεται απνευστί.
Να αναφέρω ότι ο Andrea Camilleri είναι από τους πιο πολυδιαβασμένους συγγραφείς στην Ιταλία και ότι αρκετά μυθιστορήματά του έχουν γυριστεί ως σειρά με αυτοτελή επεισόδια στην μικρή οθόνη με πρωταγωνιστή στο ρόλο του Μονταλμπάνο τον Luca Zingaretti από την ιταλική κρατική τηλεόραση RAI. Στη χώρα μας προβάλλονται από το Alter.

Καλοκαιρινές αναγνώσεις 3: Κινέζικα μυστήρια

Robert Van Gulik, Σκελετός στην καμπάνα (Θεμέλιο, 1990)
Robert Van Gulik, Το κόκκινο περίπτερο (Θεμέλιο, 1993)

Κινέζικες αστυνομικές ιστορίες βασισμένες σε αληθινές υποθέσεις. Εξαιρετικές περιγραφές της Αυτοκρατιορικής Κίνας και του συστήματος απονομής δικαιοσύνης. Πρωταγωνιστής ο Δικαστής Τί, ο οποίος αναλαμβάνει να διελαυκάνει διάφορες υποθέσεις χάρη στη μοναδική του εξυπνάδα, αλλά και τους εξαιρετικούς βοηθούς του.

15/8/07

Καλοκαιρινές αναγνώσεις 2: αστυνομικά διηγήματα

Ελληνικά Εγκλήματα, συλλογή διηγημάτων (Καστανιώτης, 2007)
Διάφοροι γνωστοί, αλλά και πρωτοεμφανιζόμενοι Έλληνες συγγραφείς στο χώρο της αστυνομικής λογοτεχνίας αναμετρούν τις δυνάμεις τους για τη συγγραφή των πιο δυνατών διηγημάτων. Οι Πέτρος Μάρκαρης, Ανδρέας Αποστολίδης, Δημήτρης Μαμαλούκας, Πέτρος Μαρτινίδης, Γιώργος Μπράμος, Τιτίνα Δανέλλη, Αθηνά Κακούρη, Μαρλένα Πολιτοπούλου, Κώστας Κυριακόπουλος, Φίλιππος Φιλίππου μας βάζουν σε έναν τόπο έγκλήματος ο καθένας με τον δικό του τρόπο καλώντας μας να βρουμε το δολοφόνο.
Απολαυστικό για καλοκαιρινή ανάγνωση, αν και κάποιες ιστορίες δεν έχουν τη δυνατή δομή που πιθανόν να περιμέναμε.

14/8/07

Καλοκαιρινές αναγνώσεις 1: Λίγο από νουάρ

Μάσιμο Καρλότο, Το μυστήριο του Μαντζαμπάρκε (Κέδρος, 2005)

Το τελευταίο βιβλίο του Μάσιμο Καρλότο, με το γνωστό ιδιωτικό ντετέκτιβ και πρώην μουσικό, Αλιγάτορα να προσπαθεί να λύσει μια δύσκολη υπόθεση, όπου η βία περισσεύει. Μαφιόζικες εκτελέσεις και άλλα τινά κάνουν το λάτρη του νουάρ να αγωνιά για την εξέλιξη της υπόθεσης. Για τους άλλους αναγνώστες, -εμού συμπεριλαμβανομένου- αδιάφορο. Ένα βιβλίο με αρκετά αυτοβιογραφικά στοιχεία (ο ήρωάς μας, όπως και ο συγγραφέας μας έχουν κάνει φυλακή για κάποιο φόνο τον οποίο δεν διέπραξαν). Πρόκειται για ένα σύγχρονο νουάρ αστυνομικό μυθιστόρημα με την απαραίτητη μαυρίλα και τη μοιραία γυναίκα που μπαίνει ψυχή τε και σώματι στην σκέψη του πρωταγωνιστή μας. Ένα ικανοποιητικό θερινό ανάγνωσμα...

18/7/07

Ο φιλόλογος... τιμωρός

Γιώργος Σκούρτης, Μανιφέστο (Κέδρος, 2006)

Ο Γιώργος Σκούρτης στο νέο του μυθιστόρημα μας παρουσιάζει έναν σίριαλ κίλερ που δραστηριοποιείται στο χώρο του βιβλίου. Πρόκειται για έναν φιλόλογο, που αποφασίζει να καθαρίσει το χώρο (που έχει καταντήσει μια βρωμερή αγορά του βιβλίου όπου έχουν χαθεί οι πραγματικές αξίες μιας ρηξικέλευθης λογοτεχνίας) από αυτούς που κρατάνε τη ρομφαία των συμφερόντων, οι οποίοι και πολεμούν εκείνους που τολμούν να αντιταχθούν στις κλίκες.
Ο κεντρικός μας ήρωας είναι ένας απλός, καθημερινός άνθρωπος που αντιδρά στο λογοτεχνικό κατεστημένο, είτε εξαιτίας του ότι έχει υιοθετήσει το ρόλο του τιμωρού που στόχος του είναι να απαλλάξει τη χώρα από κάποιους άχρηστους όπως τους ονομάζει ο ίδιος, οι οποίοι έχουν οδηγήσει τη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία στον πάτο του πηγαδιού, είτε για λόγους εκδίκησης, λόγω του ότι κανένας εκδοτικός οίκος δεν εξέδωσε το δικό του πόνημα. Ακολουθεί τον παρακάτω συλλογισμό: Αν δεν έχεις τη δυνατότητα να γράψεις κάτι που αξίζει, τότε κάνε κάτι που αξίζει να γραφτεί.
Με μια ημερολογιακού τύπου επιστολή παρουσιάζει την ομολογία του για την διάπραξη οκτώ φόνων και απευθύνεται σε έναν συγκεκριμένο αδιάφθορο αστυνομικό, τον αστυνόμο Μπάτσο (χαρακτηριστική η ονοματοθεσία στο βιβλίο αυτό), ο οποίος έχει μια ιδιαιτερότητα: το κινητό του χτυπάει με τη μελωδία από τα Στρουμφάκια για να νευριάζει και να βρίσκεται σε ετοιμότητα.
Το βιβλίο κάνει αναφορά σε θέματα τρομοκρατίας (αφού κι ο ήρωάς του είναι ένας μίνι τρομοκράτης), αλλά και στους πρόσφατους πολέμους της Αμερικής, ενώ κατακεραυνώνει τους κριτικούς από τον χώρο των βιβλίων και καταφέρεται εναντίον της τηλεόρασης.
Η γλώσσα είναι ωμή, ζωντανή, προφορική και οι περιγραφές παραστατικές, ενώ ενσωματώνει σε πολλά σημεία αυτούσιους τους διαλόγους του θύτη με τα θύματα, γεγονός που δίνει περισσότερη ζωντάνια και παραστατικότητα στο έργο. Το Μανιφέστο είναι γραμμένο ευρηματικά, και παρόλο που ξέρουμε εξαρχής τον δολοφόνο, έχει ένα όχι και τόσο αναμενόμενο φινάλε. Αποτελεί ένα καλό καλοκαιρινό ανάγνωσμα που διαβάζεται εύκολα.

5/7/07

Πάρνηθα: Εγκληματική Καταστροφή

Die Hard - Πολύ σκληρός για να πεθάνει


Αναφέρομαι στην πρώτη ταινία που γυρίστηκε με τον Bruce Willis to 1988. O Willis υποδύεται τον αστυνομικό John Mc Clane, ο οποίος έρχεται από τη Νέα Υόρκη που διαμένει να συναντήσει τη γυναίκα του με τα παιδιά του στην Καλιφόρνια για να περάσουν τα Χριστούγεννα μαζί. Δε θα έρθει όμως γρήγορα αυτή η ώρα, γιατί στο κτίριο που εργάζεται η σύζυγός του, Holly, εισβάλλουν τρομοκράτες - ληστές, κρατούν ως ομήρους τα μέλη της εταιρείας Nakatomi (μαζί και τη γυναίκα του ήρωά μας, Holly Gennero) και έτσι ο γενναίος μας αστυνομικός θα βρεθεί σε δύσκολες καταστάσεις, αφού είναι ο μόνος που έχει διαφύγει της προσοχής των τρομοκρατών - ληστών. Θα αντιμετωπίσει λοιπόν μόνος του τους 12 "κακούς". Έδω θα ισχύσει ό,τι γίνεται συνήθως στις τυπικές αμερικάνικες ταινίες του κλασικού κινηματογράφου, το happy ending: το καλό, ως γνωστόν, υπερισχύει πάντα στο τέλος.
Ταινία με προσεγμένο σενάριο, αρκετά εφέ και αρκετές αμερικάνικες αξίες. Ο ήρωας, κατά τη διάρκεια της περιπέτειάς του, όσο βρίσκεται εγκλωβισμένος στο Nakatomi Plaza ανακαλύπτει την αγάπη που τρέφει για τη γυναίκα του, κάνει πέρα τον εγωισμό του και βγαίνει συνειδητοποιημένος και χωρίς ελαττώματα. Αξιοπρόσεκτη η σκηνή με το ρίξιμο της φωτογραφίας, που συμβάλλει αργότερα στην εξέλιξη της πλοκής, καθώς και η σκηνή με το ρόλεξ που πέφτει από το παράθυρο μαζί με τον Χάνς. Κλού η τελευταία σκηνή της διάσωσης του ζεύγους.
Ακολουθεί έναν γοργό ρυθμό η συγκεκριμένη ταινία και με τις συνεχείς ανατροπές ανακινεί το ενδιαφέρον, αλλά και την αγωνία του θεατή. Οι έξυπνοι διάλογοι και οι καλοστημένες ατάκες συμβάλλουν σε μια καλή γενική εντύπωση. Καλή επίσης και η σκηνοθεσία της ταινίας με τον John Mc Tiernan στο τιμόνι. Ακόμα δεν παραλείπεται η αναφορά σε ταινίες μέσα στο έργο, αλλά και στην τηλεόραση με τους δημοσιογράφους - κοράκια, το στημένο ύφος, τους παντώς είδους ειδικούς καλεσμένους και προπάντων εκείνο το κατακόκκινο χρώμα του πλατώ!
[Hans Gruber (τρομοκράτης): You know my name but who are you? Just another American who saw too many movies as a child? Another orphan of a bankrupt culture who thinks he's John Wayne? Rambo? Marshall Dillon?
John Mc Clane: Was always kinda' partial to Roy Rogers actually. I really dig those sequined shirts.
Hans Gruber:Do you really think you have a chance against us, Mister Cowboy?
John Mc Clane: Yippee-ki-yay, motherfucker.
Hans Gruber: This time John Wayne does not walk off into the sunset with Grace Kelly.
John Mc Clane: That was Gary Cooper, asshole. ]

Συστήνεται για όσους θέλουν να παρακολουθήσουν μια τυπική αμερικάνικη ταινία δράσης με καλοδομημένο σενάριο, όπου ο καλός αμερικανός - αστυνομικός κάνει το καθήκον του και σώζει τους συμπατριώτες του από τους "κακούς", - στη συγκεκριμένη περίπτωση Γερμανούς - από το ξένο δηλαδή στοιχείο.

Quotes:
John Mc Clane: Nine million terrorists in the world and I gotta kill one with feet smaller than my sister. (Όταν κλέβει τα παπούτσια του τρομοκράτη)
~~~
Holly Gennero: I have a request.
Hans Gruber: What idiot put you in charge?
Holly Gennero: You did. When you murdered my boss. Now everyone's looking to me. Personally, I'd pass on the job. I don't enjoy being this close to you.
~~~
John Mc Clane: Drop it, dickhead. It's the police.
Tony (τρομοκράτης): You're not going to hurt me.
John Mc Clane: Oh, yeah? Why not?
Tony: Because you're a policeman. There are rules for policemen.
John Mc Clane: Yeah. That's what my captain keeps telling me.
~~~
Marco (τρομοκράτης): You're gone now! No more table! Where are you going, pal? Next time you have a chance to kill someone, don't hesitate.
John Mc Clane: [McClane πυροβολώντας τον κάτω από το τραπέζι] Thanks for the advice.

Οικολογική Συνείδηση

Διαμαρτυρία για την καταστροφή της Πάρνηθας:
http://manosnik.blogspot.com/2007/06/blog-post_30.html

Πρωτοβουλία αναδάσωσης:
http://anadasosi.blogspot.com/

Αποστείλετε μαζικά όλοι το ακόλουθο κείμενο στις 12 το μεσημέρι αύριο στις ηλεκτρονικές διευθύνσεις των υπουργείων και των βουλευτών όλων των πολιτικών κομμάτων :

Εδώ και μισό αιώνα νομιμοποιείτε την αυθαιρεσία μας και εμείς σε αντάλλαγμα στηρίζουμε και οικοδομούμε την χυδαία ιδιοτέλεια σας. Πολίτες και επαγγελματίες της εξουσίας καταφέραμε να επεκτείνουμε το αβίωτο αστικό χάος σε βάρος της ίδιας της ύπαρξης μας, περιορίζοντας δραματικά, οτιδήποτε ανταγωνιστικό στα «τσιμεντένια» όνειρά μας. Δεχθήκαμε αδιαμαρτύρητα την καταστροφή της γης και την συνακόλουθη «αξιοποίηση» της από τους καταπατητές, τους οικοπεδοφάγους, τους οικοδομικούς συνεταιρισμούς σε τέλεια συνεργασία και διαπλοκή με συμπολιτευόμενους και αντιπολιτευόμενους πολιτικούς. Ο στόχος της καταλήστευσης του κοινωνικού πλούτου επετεύχθη. Η αττική γη αποτελεί παρελθόν και η διάχυση της ασχήμιας στην ελλαδική γη είναι ζήτημα χρόνου παρά θέλησης.
Φτάνει πια ,
Η συνείδησή μας και το ένστικτό της επιβίωσης μας είναι πιο δυνατά από τα τσιμεντένια όνειρα, την «αξιοποίηση», τις διαπλοκές των «αποχαρακτηρισμών». Τα βουνά και οι θάλασσες είναι κοινωνικό κεφάλαιο και μοναδικό στόχο έχουμε να το διατηρήσουμε, ότι έχει απομείνει, ανέπαφο.
Ως πολίτες ,
Αναλαμβάνουμε την ευθύνη που μας αναλογεί και αναζητούμε τρόπους δράσης. Δεν θα ανεχτούμε την επανάληψη των φαινομένων «Πεντέλης», των «αξιοποιήσεων» των ακτών, της υποβάθμισης των πόλεων, την εγκληματική έλλειψη σχεδίων πρόληψης και αντιμετώπισης "κρίσεων", την αμέλεια και ανικανότητα φορέων και επιχειρήσεων, τους "κομματικούς φίλους", την αναποτελεσματικότητα της διοίκησης.
Πολλοί απο μάς εκφράζουν την επιθυμία να αυτενεργήσουμε καλύπτοντας τα κενά που ηθελημένα αφήνει η πολιτική βούληση.
Ως πολιτικοί ,
Αναλάβετε και εσείς τις ευθύνες των λόγων και των πράξεων σας δείχνοντας μας ότι είστε άξιοι της εμπιστοσύνης μας. Η έλλειψη σχεδίου και η εγκληματική αμέλεια (ο αρμόδιος υπουργός προτίμησε την θερινή σύναξη υποψηφίων αγροφυλάκων) στην διαχείριση των πρόσφατων "κρίσεων" αποδεικνύει ότι στόχος σας, είναι η ικανοποίηση των ανίκανων και ανήθικων πολιτικών "φίλων". Αξιοποιείστε αξιοκρατικά το πλούσιο "ανθρώπινο κεφάλαιο" που διαθέτει ο τόπος μας και δώστε σημασία στην πρόληψη, στα μείζονα και όχι στα ελάσσονα. Η πρόσφατη ανεύθυνη συμπεριφορά σας δεν εμπνέει καμία ελπίδα για το μέλλον, ωστόσο αυτήν την ύστατη ώρα αρθείτε στο ύψος των περιστάσεων. Επιτέλους σταματήστε τις "εκ των υστέρων" δηλώσεις, την ανεύθυνη "τηλεοπτική δημοκρατία", μοιραστείτε μαζί μας τα πολιτικά σας οράματα, εάν έχετε.
Δημοσιοποιείστε άμεσα,

Τους τρόπους, τους πόρους, τα μέτρα και τα μέσα που εγγυώνται την διαφύλαξη και αποκατάσταση όλων των πρόσφατα καμένων εκτάσεων. Την προετοιμασία και την πρόληψη για την αποφυγή παρόμοιων καταστάσεων. Δώστε στούς πολίτες το δικαίωμα και τις ευκαιρίες να συμμετέχουν ενεργά στην πρόληψη και τη διαχείριση.

Περιμένουμε,
Η απόγνωση, η αγανάκτηση και η θλίψη μας, περιορίζουν τα περιθώρια της υπομονής μας.

ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΕΙΣ αποδεκτών

11/6/07

Βιβλίο – Κινηματογράφος: 0-1

Αλέξης Σταμάτης, Αμερικάνικη Φούγκα

Πώς αντιδράς όταν σε πνίγει το παρόν; Πώς αντιδράς όταν θέλεις να ξεφύγεις από τις αναμνήσεις; Πηγαίνεις ένα ταξίδι, αλλάζεις περιβάλλον. Ή αυτό τουλάχιστον κάνει ο κεντρικός ήρωας στο βιβλίο του Αλέξη Σταμάτη Αμερικάνικη Φούγκα.

Η δράση εκτυλίσσεται στην προεκλογική Αμερική του 2004, την οποία ο ήρωάς μας, ένας Έλληνας συγγραφέας, επισκέπτεται συμμετέχοντας σ’ ένα λογοτεχνικό πρόγραμμα. Αφορμή γι’ αυτό το ταξίδι; Το παρελθόν που θέλει ν’ αφήσει πίσω του. Μα όταν νιώθει εγκλωβισμένος και εκεί, στη μικρή πανεπιστημιούπολη που γίνεται το πρόγραμμα, νοικιάζει ένα αυτοκίνητο και φεύγει από την πόλη· χάνεται στην έρημο. Εκεί συναντά έναν άνθρωπο, ο οποίος θα γίνει η αφορμή για να αλλάξει η ζωή του. Από αυτό το σημείο, θα μπορούσαμε να πούμε ότι τη σκυτάλη παίρνει η κινηματογραφική κάμερα, η οποία καταγράφει τα γεγονότα σύμφωνα με τον τρόπο του David Lynch.

Αλλαγή ρόλων

Οι σκηνές που ακολουθούν θυμίζουν στον αναγνώστη τη «Χαμένη Λεωφόρο» (“Lost Highway”, 1997), μια ταινία που έχει κι αυτή χαρακτηριστεί από μερικούς ως ψυχολογική φούγκα. Το βασικό σημείο σύγκρισης –πέρα από τα επιμέρους κοινά στοιχεία, τα οποία βρίσκονται σε αφθονία (π.χ. ένας περίεργος γέρος δίπλα στο ποτάμι, μια παράξενη μορφή)– είναι η αναζήτηση της ταυτότητας του ήρωα και τελικά η υιοθέτηση μιας νέας ταυτότητας. Αυτό δηλαδή που κάνει και ο πρωταγωνιστής μας: μια ανταλλαγή· ανταλλάσσει τη ζωή του με αυτήν ενός αγνώστου. Πρόκειται για τον άνθρωπο που συνάντησε στην έρημο, τον Μαρσέλο Ντίαζ.

Ο Μαρσέλο, ένας Λατίνος υπάλληλος σε μια εταιρεία δεδομένων, κάτοχος ενός λάπτοπ και ενός μαύρου κουτιού. Αυτό το κουτί έχει έναν ιδιαίτερο ρόλο στην εξέλιξη της υπόθεσης. Και εδώ μας έρχεται συνειρμικά στο μυαλό το μπλε κουτί από μια άλλη ταινία του Lynch, την «Οδό Μαλχόλλαντ» (“Mulholland Drive”, 2001), το οποίο άνοιγε έναν νέο κόσμο στην ηρωίδα. Σ’ αυτή την ταινία επίσης παρακολουθούμε μια παρόμοια αλλαγή ρόλων. Το μυστήριο που περιβάλλει το μαύρο κουτί του μυθιστορήματός μας δεν λύνεται παρά μόνο στα τελευταία κεφάλαια του βιβλίου, όπου αποκαλύπτεται ότι το περιεχόμενό του σχετίζεται με τις αμερικανικές εκλογές.

Περιπέτεια δρόμου

Το παρελθόν του Μαρσέλο γίνεται το παρόν του ήρωα, ο οποίος δεν έχει απαλλαγεί πλήρως από τις δικές του αναμνήσεις, από το δικό του παρελθόν. Ο ήρωάς μας, κρατώντας πάντα το ρόλο του Μαρσέλο, συναντά τη Λόρα, μια γυναίκα που ο δεύτερος είχε γνωρίσει μέσω internet, με την οποία και συνάπτει σχέση. Παράλληλα, αρχίζει μια τρελή καταδίωξη σε διάφορες πόλεις της Αμερικής, αφού οι διώκτες τους θέλουν με κάθε τρόπο να αποκτήσουν πρόσβαση στο περιεχόμενο του μαύρου κουτιού.

Ο τίτλος του βιβλίου εκφράζει απόλυτα τον ψυχισμό του κεντρικού ήρωα. Είναι μία φυγή από την πραγματικότητα στην Ελλάδα, μία φυγή από την έντονη συναισθηματική φόρτιση. Ο πρωταγωνιστής του μυθιστορήματος αισθάνεται κυνηγημένος από τον ίδιο του τον εαυτό και συνεχώς προσπαθεί να βρει κομμάτια του στην καθημερινότητα που τον βασανίζει, για να καταφέρει τελικά να επιβιώσει. Ο ίδιος αναφέρεται σ’ αυτό εξηγώντας μας γιατί έγινε συγγραφέας: επειδή, όπως κάποιοι βασανισμένοι άνθρωποι, εκείνα που ήθελε να πει δεν ήθελε να τα εκφράσει ρεαλιστικά, στις ιστορίες του χρησιμοποιούσε μιαν «ανυψωμένη» πραγματικότητα, με τον ήρωά του να εισδύει σ’ έναν παράξενο, εχθρικό κόσμο, μες στον οποίο έπρεπε να εξαντλήσει την εφευρετικότητά του, για να επιβιώσει. Ο νέος επικίνδυνος κόσμος δεν ήταν παρά η αφόρητη πραγματικότητα κι οι τρόποι επιβίωσης, η προσπάθεια ν’ ανακαλύψει τον εαυτό του μέσα σ’ αυτή.

Η κατανόηση όμως του ψυχισμού του ήρωα θα μπορούσε να γίνει με τη χρήση σαφώς λιγότερων σελίδων από όσες ο Αλέξης Σταμάτης χρησιμοποίησε, επαναλαμβάνοντας πλειστάκις συγκεκριμένα γεγονότα στον αναγνώστη, πράγμα που επιβραδύνει την εξέλιξη της υπόθεσης και καθιστά ανιαρά τα συγκεκριμένα κομμάτια του μυθιστορήματος. Ο αφηγητής στο βιβλίο του Σταμάτη είναι ένας συγγραφέας που μπαίνει στη θέση του ήρωα και πρωταγωνιστεί ο ίδιος σ’ ένα υποθετικό μυθιστόρημα που δεν έχει γράψει· το ανύπαρκτο αυτό μυθιστόρημα δεν είναι άλλο από την ίδια του τη ζωή όπως τη ζει στην Αμερική.

Ο Σταμάτης, στην Αμερικάνικη Φούγκα, θίγει την πολιτική κατάσταση της νεοσυντηρητικής Αμερικής και αναφέρεται εκτενώς σε διάφορα σημεία του βιβλίου στα πολιτικά πράγματα, το κάνει όμως με εμφανή διδακτικό τόνο, είτε σε συζητήσεις διανοουμένων, είτε μέσω ενός μουσικού της ροκ, αποσυρμένου σε μια ιδιόκτητη φάρμα. Ο μουσικός π.χ. αναφέρει: Η κυβέρνηση είναι η σκιά που ρίχνει η επιχείρηση στους πολίτες. […] Και όσο για σας, σας πιπιλάνε την καραμέλα της αρμονίας στο χώρο της δουλειάς σας, για να μην συνδικαλιστείτε.

Συνονθύλευμα ταινιών

Συχνή είναι η επιρροή του συγγραφέα της Αμερικάνικης Φούγκας από ταινίες (όπως αναφέρθηκε), αλλά και η αναφορά του σε αυτές μέσα στο βιβλίο. Αυτό μπορεί μέχρι κάποιο βαθμό να αιτιολογηθεί, αφού ο Αλέξης Σταμάτης, εκτός από τις σπουδές του στην Αρχιτεκτονική του ΕΜΠ, ασχολήθηκε και με τον κινηματογράφο. Χρησιμοποιεί, λοιπόν, τις γνώσεις του για να δομήσει το βιβλίο σαν κινηματογραφική ταινία, με τις εικόνες αρχικά να θυμίζουν γαλλικό κινηματογράφο (αργή εξέλιξη της πλοκής), ενώ στη συνέχεια αμερικάνικο κινηματογράφο δράσης (από τη μέση του βιβλίου και έπειτα η ταχύτητα της δράσης αυξάνει κατακόρυφα). Σε κάποια όμως σημεία κουράζει αυτή η συχνή αναφορά σε ταινίες φανερώνοντας μια τάση επίδειξης γνώσεων περισσότερο, παρά συνιστώντας ουσιαστική συμβολή στην πλοκή.

Τέλος, έχουμε να παρατηρήσουμε ότι η τριτοπρόσωπη αφήγηση με την σχεδόν ολοκληρωτική έλλειψη διαλόγου μεταξύ των ηρώων, καθώς και η συχνή χρήση –που καταντά κατάχρηση– του πλαγίου λόγου και του ελεύθερου πλάγιου λόγου κουράζουν τον αναγνώστη. Επιπλέον, συμβάλλουν στην μη ομαλή ροή της ιστορίας, κάτι που φαίνεται ιδιαίτερα στα πρώτα κεφάλαια του βιβλίου. Ο συγγραφέας πνίγει, δυστυχώς, σε μεγάλο βαθμό, τη ζωντάνια και την παραστατικότητα του κειμένου με την χρησιμοποίηση αυτών των αφηγηματικών τεχνικών.

1/6/07

Για την Αμαλία

ΗΜΕΡΑ ΜΝΗΜΗΣ

Ημέρα μνήμης για την Αμαλία Καλυβινού.


"ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΜΑΛΙΑ"

«Ο ασθενής έχει το δικαίωμα του σεβασμού του προσώπου του και της ανθρώπινης αξιοπρέπειάς του.»

(σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 47 του Ν. 2071/ 1992)

«Να γίνουν εξαίρεση οι αλμπάνηδες ρε παιδιά, όχι ο κανόνας...»

(Αμαλία Καλυβίνου, 1977-2007)

Από την ηλικία των οκτώ ετών, η Αμαλία ξεκίνησε να πονάει. Παρά τις συνεχείς επισκέψεις της σε γιατρούς και νοσοκομεία, κανένας δεν κατάφερε να διαγνώσει εγκαίρως το καλόηθες νευρίνωμα στο πόδι της. Δεκαεπτά χρόνια αργότερα, η Αμαλία έμαθε ότι το νευρίνωμα είχε πια μεταλλαχθεί σε κακόηθες νεόπλασμα.

Για τα επόμενα πέντε χρόνια η Αμαλία είχε να παλέψει όχι μόνο με τον καρκίνο και τον ακρωτηριασμό, αλλά και με την παθογένεια ενός Εθνικού Συστήματος Υγείας που επιλέγει να κλείνει τα μάτια στα φακελάκια κι επιμένει να κωλυσιεργεί με παράλογες γραφειοκρατικές διαδικασίες. Εκτός από τις ακτινοβολίες και τη χημειοθεραπεία, η Αμαλία είχε να αντιμετωπίσει την οικονομική εκμετάλλευση από γιατρούς που στάθηκαν απέναντί της και όχι δίπλα της. Πέρα από τον πόνο, είχε να υπομείνει την απληστία των ιδιωτικών κλινικών και την ταλαιπωρία στις ουρές των ασφαλιστικών ταμείων για μία σφραγίδα.

Η Αμαλία άφησε την τελευταία της πνοή την Παρασκευή 25 Μαϊου 2007. Ήταν μόλις 30 ετών.

Πριν φύγει, πρόλαβε να καταγράψει την εμπειρία της και να τη μοιραστεί μαζί μας μέσα από το διαδικτυακό της ημερολόγιο. Στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://fakellaki.blogspot.com, η νεαρή φιλόλογος κατήγγειλε επώνυμα τους γιατρούς που αναγκάστηκε να δωροδοκήσει, επαινώντας παράλληλα εκείνους που επέλεξαν να τιμήσουν τον Ορκο του Ιπποκράτη. Η μαρτυρία της συγκίνησε χιλιάδες ανθρώπους, που της στάθηκαν συμπαραστάτες στον άνισο αγώνα της μέχρι το τέλος.

«Ο στόχος της Αμαλίας ήταν να πει την ιστορία της, ώστε μέσα απ' αυτήν να αφυπνίσει όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους και συνειδήσεις. Κυρίως ήθελε να δείξει ότι υπάρχουν τρόποι αντίστασης στην αυθαιρεσία και την εξουσία των ασυνείδητων και ανάλγητων γιατρών, αλλά και των γραφειοκρατών υπαλλήλων του συστήματος υγείας.»

(Δικαία Τσαβαρή και Γεωργία Καλυβίνου - μητέρα και αδελφή της Αμαλίας)

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 77 του Ν. 2071/1992, θεωρείται πειθαρχικό παράπτωμα για τους γιατρούς του Ε.Σ.Υ:

«Η δωροληψία και ιδίως η λήψη αμοιβής και η αποδοχή οποιασδήποτε άλλης περιουσιακής παροχής, για την προσφορά οποιασδήποτε ιατρικής υπηρεσίας.»

Η Αμαλία Καλυβίνου αγωνίστηκε για πράγματα που θεωρούνται αυτονόητα σε ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος. Δυστυχώς δεν είναι και τόσο αυτονόητα στην Ελλάδα. Συνεχίζοντας την προσπάθεια που ξεκίνησε η Αμαλία, διαμαρτυρόμαστε δημόσια και απαιτούμε:

* ΝΑ ΛΗΦΘΟΥΝ ΑΜΕΣΑ ΜΕΤΡΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΩΣΤΕ ΝΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣΟΥΝ ΤΑ ΦΑΚΕΛΑΚΙΑ ΚΑΙ Η ΑΝΙΣΟΤΗΤΑ ΠΟΥ ΕΠΙΦΕΡΟΥΝ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ

* ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΠΙΟ ΕΥΕΛΙΚΤΟΣ Ο ΚΡΑΤΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΩΣΤΕ ΝΑ ΜΗ ΘΡΗΝΗΣΟΥΜΕ ΞΑΝΑ ΘΥΜΑΤΑ ΤΩΝ ΧΡΟΝΟΒΟΡΩΝ ΓΡΑΦΕΙΟΚΡΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ

* ΝΑ ΕΠΙΒΛΗΘΕΙ ΑΥΣΤΗΡΟΤΕΡΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΣΤΗ ΔΙΑΠΛΟΚΗ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΚΑΙ ΙΑΤΡΙΚΟΥ ΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΟΥ

* ΝΑ ΑΞΙΟΠΟΙΗΘΟΥΝ ΟΙ ΑΝΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΤΕΣ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑΚΕΣ ΥΠΟΔΟΜΕΣ ΚΑΙ ΝΑ ΥΠΑΡΞΕΙ ΣΥΝΕΧΗΣ ΚΑΙ ΑΡΤΙΑ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΓΙΑΤΡΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΝΟΣΗΛΕΥΤΕΣ ΤΟΥ Ε.Σ.Υ.

* ΝΑ ΚΑΘΙΕΡΩΘΕΙ Η ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΙΑΤΡΙΚΟΥ ΦΑΚΕΛΟΥ ΤΟΥ ΑΣΘΕΝΟΥΣ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΩΣ, ΩΣΤΕ ΝΑ ΕΠΙΣΠΕΥΔΕΤΑΙ Η ΣΩΣΤΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΘΕΡΑΠΕΙΑ


ΑΣ ΠΑΨΕΙ ΠΛΕΟΝ Η ΥΠΟΚΡΙΣΙΑ ΤΩΝ ΚΥΒΕΡΝΩΝΤΩΝ, ΠΟΥ ΠΡΟΤΙΜΟΥΝ ΝΑ ΛΑΔΩΝΟΝΤΑΙ ΟΙ ΓΙΑΤΡΟΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΠΑΡΑ ΝΑ ΑΜΕΙΒΟΝΤΑΙ ΑΞΙΟΠΡΕΠΩΣ ΑΠΟ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ.

* ΟΧΙ ΑΛΛΑ ΦΑΚΕΛΑΚΙΑ

* ΟΧΙ ΑΛΛΗ ΓΡΑΦΕΙΟΚΡΑΤΙΑ
* ΟΧΙ ΑΛΛΟΣ ΕΜΠΑΙΓΜΟΣ

ΔΙΚΑΙΟΥΜΑΣΤΕ ΔΩΡΕΑΝ ΚΑΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΘΑΛΨΗ. ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ.


Την επόμενη φορά που θα χρειαστεί να δώσετε φακελάκι, μην το κάνετε. Προτιμήστε καλύτερα να κάνετε μια δωρεά. Η τελευταία επιθυμία της Αμαλίας ήταν η ενίσχυση της υπό ανέγερση Ογκολογικής Μονάδας Παίδων

(Σύλλογος Ελπίδα, τηλ: 210-7757153, e-mail: infο@elpida.org, λογαριασμός Εθνικής Τράπεζας: 080/480898-36, λογαριασμός Alphabank: 152-002-002-000-515. Θυμηθείτε να αναφέρετε ότι η δωρεά σας είναι "για την Αμαλία").



ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΚΙΝΗΣΗ ΦΙΛΩΝ ΤΗΣ ΑΜΑΛΙΑΣ

17/5/07

Διαφήμιση και τρομοκρατία



Πέτρος Μάρκαρης, Βασικός Μέτοχος


Στο νέο αστυνομικό μυθιστόρημα του Πέτρου Μάρκαρη παρακολουθούμε τον γνωστό μας πια κεντρικό ήρωα από τα προηγούμενα τρία μυθιστορήματά του («Νυχτερινό Δελτίο», «Άμυνα Ζώνης», «Ο Τσε αυτοκτόνησε» και τα τρία από τις εκδόσεις Γαβριηλίδης), αστυνόμο Χαρίτο, να ζει δύσκολες στιγμές, αφού η μοναχοκόρη του, η Κατερίνα, έχει πέσει θύμα τρομοκρατικής ενέργειας με άλλα 300 άτομα στην Κρήτη, ενώ ο ίδιος είναι αναγκασμένος να βρίσκεται στην Αθήνα, προκειμένου να εξιχνιάσει μια σειρά φόνων που σχετίζονται με το χώρο της διαφήμισης.

Παρακολουθούμε δύο υποθέσεις που εκτυλίσσονται παράλληλα και συνδέονται αριστοτεχνικά, για να μας δοθεί, τελικά, ένα έξυπνο φινάλε. Η πρώτη λαμβάνει χώρα στο λιμάνι της Σούδας, όπου μέλη ακροδεξιάς οργάνωσης καταλαμβάνουν ένα πλοίο με αίτημα να τερματιστούν οι ανακρίσεις που διερευνούν τη συμμετοχή Ελλήνων στα γεγονότα που εκτυλίχθηκαν στη Σρεμπρένιτσα. Η άλλη αφορά σε έναν κατά συρροή δολοφόνο που σκοτώνει ανθρώπους από τον χώρο της διαφήμισης με αίτημα να σταματήσουν οι διαφημίσεις.

Αστυνόμος Χαρίτος

Το σημείο σύνδεσης των δύο υποθέσεων, αρχικά, είναι ο πρωταγωνιστής μας, ο αστυνόμος Χαρίτος. Αυτός παίρνει μέρος στην πρώτη υπόθεση ως πατέρας που αγωνιά για την κόρη του, η οποία έχει πέσει θύμα της θαλασσοπειρατείας, και στη δεύτερη ως υπεύθυνος για την εξιχνίαση των φόνων· δύο ρόλοι (πατέρα - αστυνομικού) που στην πορεία συγκρούονται.

Πρόκειται για έναν απλό, καθημερινό άνθρωπο, χωρίς ιδιαίτερη σωματική διάπλαση, με δύο όμως ιδιαιτερότητες: την αγάπη του για τα λεξικά και την εμμονή του στο παλιό του αυτοκίνητο. Η σχέση με τη γυναίκα του θυμίζει τη σχέση που έχει με την πόλη του, την Αθήνα: μια σχέση αγάπης – μίσους. Αγαπάει την πόλη του κι ας γκρινιάζει γι’ αυτήν, όπως αγαπάει τη γυναίκα του, με την οποία ωστόσο έχει συχνούς καυγάδες.

Ας δούμε όμως πώς ο ίδιος ο αστυνόμος αναφέρεται στον εαυτό του. Αφού χωρίσει τους συναδέλφους του σε τέσσερις κατηγορίες: σ’ αυτούς που είναι με την εξουσία, όποια κι αν είναι αυτή, στους τίμιους και ευσυνείδητους, στους διεφθαρμένους και σε αυτούς που έχουν ως αρχή το «σκάσε και δούλευε, άλλοι αποφασίζουν», θα κατατάξει τον εαυτό του στην τελευταία κατηγορία. Στο τέλος όμως διαφοροποιείται εν μέρει από αυτή, αφού θα ενεργήσει προσωπικά και θα αποφασίσει ο ίδιος για την τιμωρία του ηθικού αυτουργού των φόνων. Θα παρακάμψει τους προϊσταμένους του, οι οποίοι προηγουμένως είχαν θυσιάσει την ουσία για το φαίνεσθαι, συλλαμβάνοντας μόνο το εκτελεστικό όργανο των φόνων με αποτέλεσμα να καρπωθούν αυτοί την «επιτυχή» έκβαση της υπόθεσης, παραμερίζοντας έτσι τον Χαρίτο και την ουσιαστική συμβολή του στην επίλυσή της.

Ο ήρωας παρουσιάζει και κρίνει τη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα, ενώ πάντα διακρίνεται για το ήθος του. Αναφέρεται στη μεγαλομανία («…προσπερνάω στα αριστερά μου έναν Παρθενώνα που έχτισε ένας μεγαλομανής Νεοέλληνας πάνω στην εθνική, με στύλους, κίονες και περιστύλιο και στη μέση αρκετό χώρο ελεύθερο για να χωρέσει το Ερεχθείο. Η φυγή από τη μιζέρια ξεκινάει στον Νεοέλληνα από το πανωσήκωμα της μονοκατοικίας και τελειώνει στο ξεπατίκωμα της Ακρόπολης»), την οδηγική συμπεριφορά («…η κατάσταση της εθνικής δε μου αφήνει περιθώρια για ψυχοπλάκωμα, γιατί ξαφνικά βρίσκομαι μέσα σ’ ένα χάος από νταλίκες, λεωφορεία του ΚΤΕΛ, πούλμαν, φορτηγά, αγροτικά και γιωταχί, που προσπαθούν απεγνωσμένα να προσπεράσουν το ένα το άλλο. Το αποτέλεσμα είναι να τσουλάνε τα λεωφορεία και οι νταλίκες στην αριστερή λωρίδα και τα αυτοκίνητα στη δεξιά, με τη μεσαία να είναι το κέντρο διερχομένων από τα δεξιά προς τα αριστερά και τούμπαλιν») ή τη νωθρότητα των νεοελλήνων («…παρελαύνει όλη η γκάμα από πιτσερίες, ουζάδικα, ψαροταβέρνες και καφετέριες, με τους πρώτους πελάτες, αγνώστων επαγγελματικών στοιχείων, να έχουν αράξει στις δέκα το πρωί με το φραπέ και το κινητό τους πάνω στο τραπεζάκι και λίγο πιο πέρα τα Μάρλμπορο με τον αναπτήρα»). Μιλάει ακόμα για την ανικανότητα των κρατικών λειτουργών, ακόμα και των υψηλόβαθμων, όπως του Υπουργού Δημόσιας Τάξης. Τέλος, μας αφήνουν μια πικρή γεύση οι αναφορές του στη μετα-Ολυμπιακή Αθήνα με τις εγκαταλελειμμένες Ολυμπιακές εγκαταστάσεις.

Διαφήμιση: Ο βασικός μέτοχος

Το μυθιστόρημα το διακρίνουν δύο άξονες: η τέταρτη εξουσία ή πιο συγκεκριμένα ένας κλάδος που πηγάζει από αυτήν, η διαφήμιση, και η τρομοκρατία που προέρχεται από τον εθνικισμό. Μαθαίνουμε ότι οι ιδιοκτήτες των τηλεοπτικών καναλιών είναι στην πραγματικότητα βασικοί α-μέτοχοι των καναλιών και ότι ουσιαστικά οι διαφημιστικές εταιρείες έχουν τον έλεγχό τους και γνωμοδοτούν ακόμα και για το πρόγραμμά τους. Από αυτόν τον κλάδο ζουν στρατιές ανθρώπων. Η κατάρρευσή του, επομένως, σημαίνει την καταστροφή αυτού του πλήθους των ανθρώπων, καθώς και την κατάρρευση των τηλεοπτικών καναλιών. Ο συγγραφέας δεν είναι απόλυτος. Κατακεραυνώνει τους διαφημιστές, αλλά αφήνει μια μικρή χαραμάδα. Θεωρεί τη διαφήμιση ως ένα αναγκαίο κακό στη δημοκρατική μας κοινωνία, γι’ αυτό άλλωστε και οι τιμωροί της τοποθετούνται ιδεολογικά στον χώρο της άκρας δεξιάς. Δεν παραλείπει επίσης να κάνει νύξη στην Αρχιεπισκοπή, η οποία ιδεολογικά παρουσιάζεται να βρίσκεται κοντά στους τρομοκράτες, αν και δεν υποστηρίζει – φανερά τουλάχιστον – την πράξη τους.

Όσον αφορά στο θέμα της τρομοκρατίας, που μας παρουσιάζεται από το πρώτο κιόλας κεφάλαιο ως θέμα της διδακτορικής διατριβής της κόρης του ήρωά μας, συναντάμε τρεις μορφές της στο βιβλίο. Πρώτα, αυτήν της θαλασσοπειρατείας που πηγάζει από τον εθνικισμό και παρουσιάζεται να καταδικάζεται από το μεγαλύτερο μέρος της κοινής γνώμης. Έπειτα, την τρομοκρατία στον χώρο της διαφήμισης, και τέλος, την «τρομοκρατία» της αστυνομίας, αφού θίγεται το ζήτημα της αστυνομικής βίας (κυρίως στην περίοδο της Δικτατορίας) από διάφορους χαρακτήρες του έργου, ακόμα και από την κόρη του ήρωά μας.

Έχουμε, τέλος, να παρατηρήσουμε ότι ο Μάρκαρης χρησιμοποιεί έξυπνα την αγάπη του Χαρίτου για τα λεξικά. Με αυτόν τον τρόπο είτε μπαίνουν σε τάξη οι σκέψεις του ήρωα, είτε προωθείται η δράση, η οποία ξετυλίγεται με εκπληκτική ταχύτητα. Δεν αποφεύγεται όμως η χρήση του από μηχανής θεού (με αποτέλεσμα την αποδυνάμωση της κλιμάκωσης του ενδιαφέροντος του αναγνώστη), ενός κομμουνιστή φίλου του ήρωά μας, τον οποίο είχε βοηθήσει στην περίοδο της Χούντας. Οι ζωντανοί χαρακτήρες, οι ρεαλιστικές σκηνές και το σταδιακό ξετύλιγμα του κουβαριού της υπόθεσης είναι μερικές από τις μεγάλες αρετές του «Βασικού Μετόχου», ενός αστυνομικού μυθιστορήματος που ακολουθεί μια κοινωνικοπολιτική προσέγγιση στα πράγματα.

Τζόγος και γκίνια στη Φλωρεντία...


Βασίλης Πεσμαζόγλου, Τυφλό σύστημα

Ο Βασίλης Πεσμαζόγλου με το πρώτο του μυθιστόρημα, στο οποίο συνδυάζει διαφορετικά λογοτεχνικά είδη (λίγο από campus novel, λίγο από ταξιδιωτικό αφήγημα, λίγο από ερωτικό, λίγο από αστυνομικό και τέλος λίγο από πολιτικό-κοινωνικό μυθιστόρημα) μας εισάγει στην Ελλάδα της Μεταπολίτευσης και πιο συγκεκριμένα στην τελευταία δεκαετία του 20ου αιώνα.

Ο συγγραφέας, επίκουρος καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης στο Ρέθυμνο, δεν είναι πρωτοεμφανιζόμενος. Έργα του που έχουν προηγηθεί είναι: το αφήγημα 1993 (Ηριδανός, 1992) και η συλλογή διηγημάτων Αγίου Βαλεντίνου (Πόλις, 2002).

Στο Τυφλό Σύστημα (Πόλις, 2006) παρακολουθούμε έναν πρώην πανεπιστημιακό που βρίσκεται στην Ιταλία μετά από πρόσκληση φίλου του, με μόνη αρμοδιότητα να είναι ο φύλακας των σπιτιών του. Ενόσω διαμένει στη Φλωρεντία, στο σπίτι του φίλου του, αποφασίζει να μας εξιστορήσει τη ζωή του. Με ένα ευφυές τέχνασμα του συγγραφέα παρακολουθούμε τη ζωή του ήρωά μας, Δημήτρη Μητρόπουλου, να ξεδιπλώνεται με τη μορφή ασκήσεων στον υπολογιστή για την εκμάθηση του τυφλού συστήματος.

Μαθαίνουμε, λοιπόν, ότι πρόκειται για γόνο μεσοαστικής οικογένειας με πατέρα δικηγόρο που είχε επιχειρηματικές, αλλά και πολιτικές φιλοδοξίες. Λόγω λανθασμένων επιχειρηματικών χειρισμών, η οικογένεια του αφηγητή κατεβαίνει γρήγορα τα σκαλιά της οικονομικής κλίμακας, όπως και ο πρωταγωνιστής μας κατεβαίνει τη σκάλα της προσωπικής του ισορροπίας. Περνάει από τον έγγαμο βίο στην εργένικη ζωή, από την οικονομική άνεση στην ανάγκη της χαρτοπαιξίας, για να βγάλει τα προς το ζην. Εκδιώκεται από την πανεπιστημιακή ζωή (καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας) και αυτοεξορίζεται σ’ ένα παλάτσο στη Φλωρεντία, όπου συναντά μια μυστηριώδη γυναίκα.

«Λούζερ» σε όλα

Πώς όμως ο συγγραφέας μας παρουσιάζει τον Μητρόπουλο; Έχει πει σε μία συνέντευξή του: Ο ήρωάς μου είναι μια εκδοχή του “loser”. Καταφέρνει και επιβιώνει παίζοντας πολύ καλά πόκα, αλλά στα μεγάλα ταμπλό της ζωής – οικογένεια, επάγγελμα, έρωτας – του πάνε όλα κατά διαβόλου (Ελευθεροτυπία, 18-01-2007). Ας δούμε και πώς ο αφηγητής παρουσιάζει τον εαυτό του: … δεν υπήρξα ιδιαίτερα άτακτο παιδί, σκανδαλιάρικο. Ακόμα και στον τομέα αυτό, δεν ήμουν αρκετός. Όπως παντού. Σα μαθητής, φοιτητής, γιος, σύζυγος, εγγονός, μάνατζερ, καθηγητής, ήμουν χρυσή μετριότης. Τσίγκινη μάλλον. Τσίγκινη και τσιγγάνικη. […] Η μόνη στιγμιαία αναίρεση της μικρομεσαίας μου επίδοσης ήταν στις εξετάσεις για τη Νομική. Μπήκα πρώτος. Από το τέλος. Ήταν και αυτό κάτι, ένα είδος επιτυχίας, μια γεύση άκρων. Τρύπωσα εκεί μέσα σαν επιβάτης στον ηλεκτρικό, ακριβώς πριν κλείσουν οι πόρτες.

Ο πρωταγωνιστής μάς παρουσιάζει την κοινωνία, χρησιμοποιώντας μια συμβουλή για τη μνήμη που προέρχεται από τη θεία του, συγγραφέα αστυνομικών μυθιστορημάτων: Πρέπει να χαράζεις πορεία, όπως λεν και οι ναυτικοί, μεταξύ δύο επικίνδυνων συμπληγάδων, δύο παντοδύναμων μαγνητικών πεδίων: της γενικευμένης λήθης και της εκ του πονηρού αναμόχλευσης. Και τα δύο τείνουν να συνθλίψουν την πραγματική μνήμη: οι άνθρωποι είτε αποσιωπούν και τελικά ξεχνούν, είτε ξεθάβουν επιλεκτικά, εξυπηρετώντας σκοπιμότητες του παρόντος· εις άγραν ψήφων, τιμών, οφικίων. Με αυτό το πνεύμα αφηγείται την αποσάθρωση του δημόσιου πανεπιστημίου και τις διεργασίες που συντελούνται σ’ αυτό (πανεπιστημιακές φατρίες, σχέσεις δοσοληψίας μεταξύ καθηγητών και φοιτητών, υποθέσεις λογοκλοπής) – είναι άλλωστε νωπές οι μνήμες της υπόθεσης Αλεξανδρόπουλου στο Πανεπιστήμιο Κρήτης (στην οποία επίσης κάνει αναφορά). Στο έργο παρεισφρέουν και κάποια αυτοβιογραφικά στοιχεία από την πανεπιστημιακή ζωή του συγγραφέα.

Ήρωας – έρμαιο της τύχης ή κύριος του εαυτού του;

Η τύχη σε όλη την έκταση του βιβλίου παίζει καθοριστικό ρόλο στη ζωή του Μητρόπουλου. Όμως ο ήρωας δεν είναι έρμαιο της τύχης, αφού συνειδητά παίρνει κάποιες κρίσιμες αποφάσεις, κάτι που φαίνεται και στο αναπάντεχο τέλος του βιβλίου. Ο συγγραφέας χαρακτηριστικά αναφέρει: Θεωρώ ότι το μυθιστόρημά μου είναι ένα παιχνίδι ανάμεσα στη δυνατότητά μας να παρεμβαίνουμε στα πράγματα, αλλά και να αναγνωρίζουμε το τυχαίο (Ελευθεροτυπία 18-01-2007).

Το μυθιστόρημα αυτό, παρά την πολυπλοκότητα του μύθου και τις συχνές αναδρομές και παρεκβάσεις, που παραπέμπουν σε διαφορετικά λογοτεχνικά είδη, όπως αναφέραμε, κερδίζει τους αναγνώστες με το χιούμορ και τον αυτοσαρκασμό τού αφηγητή. Σημαντικό ρόλο παίζει και η μορφή του, αφού σ’ αυτές τις 22 «ασκήσεις» για την εκμάθηση της δακτυλογράφησης σημαίνοντα ρόλο διαδραματίζουν και τα λάθη του πρωτάρη (ξεχνά να αλλάξει παράγραφο, δεν βάζει το τελικό ς). Ο ήρωας καταφέρνει – αν και όχι χωρίς δυσκολία είναι αλήθεια – να κερδίσει τη συμπάθεια του αναγνώστη για τα δεινά που περνάει, τα οποία είναι εν μέρει αποτέλεσμα προσωπικών επιλογών. Μπορούμε να αποκαλέσουμε τον πρωταγωνιστή μας έξυπνο παρατηρητή της κοινωνίας που δεν διακρίνεται πάντα από ανιδιοτέλεια. Πρόκειται για μια ενδιαφέρουσα κριτική ματιά ενός οξυδερκούς ατόμου, όχι όμως του πλέον προσαρμόσιμου στις κοινωνικές επιταγές.

21/4/07

25th HOUR - 25η ΩΡΑ

Αυτό είναι το πρώτο μου post. Θα αναφερθώ σε μια ταινία που είδα το Νοέμβρη του 2004 σε μια φοιτητική κινηματογραφική προβολή και έκτοτε δεν έχω ξαναδεί, οπότε συγχωρήστε μου τα όποια λάθη. Γράφω τώρα το κείμενο αυτό γιατί έτυχε να πέσω πρόσφατα στη σελίδα με τις σημειώσεις που είχα κρατήσει μετά που είδα την ταινία.

Πρόκειται για την ταινία 25η Ώρα που πρωταγωνιστεί ο εξαιρετικός Edward Norton. Ο ήρωάς μας, Monty, έμπορος ναρκωτικών, ο οποίος έχει βγάλει αρκετά χρήματα, αποφασίζει να σταματήσει. Λίγο πριν το κάνει, όμως η αστυνομία τον συλλαμβάνει διότι κάποιος τον "κάρφωσε". Θα πάει 7 χρόνια φυλακή και οι φίλοι του του ετοιμάζουν το πάρτυ του αποχαιρετισμού. Εν τω μεταξύ, είναι καχύποπτος με τους πάντες λόγω της προδοσίας του. Έπειτα από υπόδειξεις φίλων του θεωρεί την κοπέλα του ως κύρια υπεύθυνη για τη σύλληψή του. Πείθει τον φίλο του να τον χτυπήσει δυνατά στο πρόσωπο για να "εγκλιματιστεί" κατά κάποιο τρόπο στις συνθήκες της φυλακής, όντας πάντως με αυτόν τον τρόπο ελεύθερος να μελετήσει τους συγκρατούμενούς του, αφού κανείς δε θα τον αγγίξει στην κατάσταση που βρίσκεται. Ενώ πηγαίνει με τον πατέρα του στη φυλακή για να εκτίσει την ποινή του, οραματίζεται τη ζωή του αλλιώς: να το σκάσει σ' ένα μακρινό χωριό και να μη γυρίσει ποτέ πίσω, να κάνει οικογένεια και να μείνει εκεί. Όμως η πραγματικότητα είναι διαφορετική...

Η ταινία είναι ένα άλλο Trainspotting σε πολύ πιο ήπια μορφή. Δεν παρουσιάζονται πουθενά στην ταινία οι αρνητικές συνέπειες της εμπορίας ναρκωτικών παρά μόνο το κύριο, το καθαυτό γεγονός, η σύλληψη του ήρωα και του εγκλεισμού του στη φυλακή. Βέβαια, ο ήρωάς μας δεν ήταν χρήστης, εν αντιθέσει με τον πρωταγωνιστή στο Trainspotting.

Επιπλέον, έχω να προσθέσω ότι βλέποντας την ταινία, μου ήρθε στο μυαλό το βιβλίο του Νίκου Καζαντάκη Τελευταίος Πειρασμός. Ο Χριστός, πριν σταυρωθεί, οραματίζεται μιαν άλλη ζωή. Βλέπει λοιπόν στο σταυρό σαν όραμα έναν τελευταίο πειρασμό πριν ξεψυχίσει, τη γυναίκα. Σκέφτεται λοιπόν πώς θα ήταν η ζωή του και ποιο το τέλος του αν είχε κάνει οικογένεια και αν είχε ζήσει ως απλός άνθρωπος, αποφεύγοντας την προσωπική του θυσία για χάρη της ανθρωπότητας. Ο κεντρικός χαρακτήρας στην 25η Ώρα σκέφτεται με παρόμοιο τρόπο: Πάει για να εκτίσει την ποινή του, αλλά ταυτόχρονα σκέφτεται την προοπτική της φυγής και την απόκτηση οικογένειας.


Τρία σημεία που μου έκαναν εντύπωση στην ταινία:
Ο χαρακτήρας, που μας γίνεται συμπαθής, αν και έμπορος ναρκωτικών, η καχυποψία του για την κοπέλα του που μας παρουσιάζεται με μαεστρία από τον σκηνοθέτη και τέλος το πώς σκιαγραφούνται οι φίλοι του ήρωα. Ο ένας, καθηγητής, αμετανόητος εργένης, ο οποίος όμως κάνει το μοιραίο λάθος να σχετιστεί με μια ανήλικη μαθήτριά του και ο άλλος, χρηματιστής, γόης, που μονίμως φλερτάρει γυναίκες και που ενώ φαίνεται εγωιστής, τελικά δεν είναι.

Επισκέπτες